Θετικό ρυθμό μεγέθυνσης το 2015 υπό την προϋπόθεση ότι θα αρθεί η αβεβαιότητα ως προς την υλοποίηση της μεταβατικής συμφωνίας με τους εταίρους μας, την πιθανή χειροτέρευση των δημοσιονομικών συνθηκών και την χαλάρωση στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προβλέπει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας.
Θετικό ρυθμό μεγέθυνσης το 2015 υπό την προϋπόθεση ότι θα αρθεί η αβεβαιότητα ως προς την υλοποίηση της μεταβατικής συμφωνίας με τους εταίρους μας, την πιθανή χειροτέρευση των δημοσιονομικών συνθηκών και την χαλάρωση στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προβλέπει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας.
Στην ομιλία του στην γενική συνέλευση των μετόχων με θέμα την ετήσια έκθεση για το 2014 ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι η απόφαση του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου για την παράταση της δανειακής σύμβασης και η έγκριση των ελληνικών προτάσεων για μεταρρυθμίσεις στο Eurogroup της 24ης Φεβρουαρίου περιορίζουν την αβεβαιότητα και δίνουν στη νέα κυβέρνηση τη δυνατότητα να ολοκληρώσει μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν, θέτοντας παράλληλα τις δικές της προτεραιότητες.
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, "οι αποφάσεις αυτές είναι θετικές, διότι αποτρέπουν μια ρήξη με τους εταίρους που θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες για την ελληνική οικονομία και όχι μόνο".
Τόνισε ωστόσο ότι "για να εκμεταλλευθούμε αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, πρέπει να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους σε πνεύμα συνεργασίας και εμπιστοσύνης για να καταλήξουμε σύντομα σε μια αμοιβαίως επωφελή τελική συμφωνία".
Υπογράμμισε ακόμη την ανάγκη συντεταγμένης εθνικής προσπάθειας, σε στενή συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς, για να διασφαλιστούν οι θυσίες των Ελλήνων πολιτών και να συνεχιστεί η ανασυγκρότηση της οικονομίας με στόχο τη διατηρήσιμη ανάπτυξη και διαβεβαίωσε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος από την δική της πλευρά θα συμβάλει με όλες τις δυνάμεις της σ’ αυτή την προσπάθεια.
Παράλληλα ο κ. Στουρνάρας ζήτησε την άμεση λήψη μιας σειράς μέτρων τα οποία έχουν ως εξής:
Ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που έχουν ξεκινήσει, συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών και ενίσχυση της "έξυπνης οικονομίας".
Διασφάλιση των δημοσιονομικών επιτευγμάτων.
Επανεξέταση του καθεστώτος των φοροαπαλλαγών και άλλων ευνοϊκών ρυθμίσεων.
Μείωση των φορολογικών συντελεστών και επανεξέταση της αποδοτικότητας των δημόσιων δαπανών.
Αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους.
Ενίσχυση των ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας και μείωση του αριθμού των ανέργων.
Αποτελεσματική διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση.
Η εξασφάλιση ομαλής χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας.
Για τα φορολογικά συγκεκριμένα είπε ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί το καθεστώς των φοροαπαλλαγών και άλλων ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων, περιλαμβανομένων των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ.
"Από τώρα θα μπορούν να εξεταστούν, να κοστολογηθούν και να αρχίσουν να αίρονται οι ποικίλες εξαιρέσεις από τις γενικές φορολογικές διατάξεις, εκτός αν αφορούν: (α) κοινωνικές ομάδες που πλήττονται έντονα από την κρίση ή βρίσκονται σε συνθήκες φτώχειας και (β) αναπτυξιακά κίνητρα, η συμβολή των οποίων στην οικονομική ανάπτυξη είναι μείζονος σημασίας", σημείωσε.
Για το τραπεζικό σύστημα υπογράμμισε ότι παραμένει ισχυρό παρά τους κλυδωνισμούς. Όπως εξήγησε, η κυριότερη πρόκληση για τις τράπεζες είναι η ανάγκη αντιμετώπισης των προβληματικών δανείων. "Ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων διατηρήθηκε σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο (Σεπτέμβριος 2014: 34,2%, Δεκέμβριος 2013: 31,9%)", επισήμανε.
Αναφορικά με τη διαχείριση των "κόκκινων" δανείων τόνισε ότι η αποτελεσματική διαχείρισή τους θα έχει θετικές και αλυσιδωτές επιδράσεις στην πιστοδότηση της υγιούς επιχειρηματικότητας, καθώς η δυνατότητα των τραπεζών να χορηγήσουν νέες πιστώσεις είναι αλληλένδετη με την ομαλή και έγκαιρη εξόφληση των υφιστάμενων δανείων.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, το μοντέλο διαχείρισης που θα επιλεγεί πρέπει: (α) να μη δημιουργεί κίνητρα για αθέτηση οφειλών στους δανειολήπτες που έχουν δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και (β) να συνεισφέρει στην εξεύρεση της καταλληλότερης, κατά περίπτωση, λύσης και, εφόσον είναι δυνατόν, στην ελάφρυνση των δανειοληπτών που αποδεδειγμένα βρίσκονται σε πρόσκαιρη δυσχέρεια αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους.