Μαίνεται η κόντρα που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην κυβέρνηση και στο Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, μετά και τις αποκαλύψεις από το “Βήμα της Κυριακής” για τα μυστικά ραντεβού του Αλέξη Τσίπρα με τον πρόεδρο του ΔΟΛ.
Μαίνεται η κόντρα που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην κυβέρνηση και στο Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, μετά και τις αποκαλύψεις από το “Βήμα της Κυριακής” για τα μυστικά ραντεβού του Αλέξη Τσίπρα με τον πρόεδρο του ΔΟΛ.
Ο πρωθυπουργός, που δέχθηκε σχετικές ερωτήσεις στη συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Star, παραδέχθηκε ότι τα ραντεβού έγιναν, ωστόσο επέμεινε ότι δεν ζήτησε πολιτική στήριξη. Διαφορετική εκδοχή όμως δίνει ο ΔΟΛ στην απάντησή του, αναφέροντας μάλιστα και συγκεκριμένα αιτήματα που διατυπώθηκαν από πλευράς του κ. Τσίπρα και τα οποία δεν έγιναν δεκτά.
“Μπορεί αν χρειαστεί να συναντήσω και τον διάβολο, το θέμα είναι ότι δεν θα του πουλήσω την ψυχή μου. Και εγώ θα κριθώ ιδίως τώρα που έχω θέση εξουσίας, όχι για το ποιον συναντώ, τι μου λέει, τι του λέω αλλά από το τι πράττω. Και έχω την τιμή και την περηφάνια να σας πω ότι η δική μου κυβέρνηση δεν εκβιάστηκε από κανέναν δεν χαρίστηκε σε κανέναν και δεν θα χαριστεί σε κανέναν. Αν ακόμα αισθάνομαι μέσα σε αυτές τις δυσκολίες που περνάμε ότι έχω μια δύναμη, αυτή η δύναμη άγεται από το γεγονός ότι σε τρεις διαδοχικές κρίσιμες κάλπες, τέσσερις μαζί με τις ευρωεκλογές, δεν υπήρξε ούτε μία στιγμή που να σηκώσω το τηλέφωνο και να ζητήσω χάρη από κανέναν. Ούτε από φίλους, ούτε από εχθρούς”, είπε για το θέμα ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη που παραχώρησε χθες το βράδυ.
Η απάντηση του ΔΟΛ, ήταν άμεση, με κείμενο που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Βήματος και στην οποία αναφέρεται ότι καημός των κυβερνώντων ήταν “να ελέγξουν την ενημέρωση, να δημιουργήσουν βάσεις προπαγάνδας παντού και να επιτύχουν την άλωση των μέσων ενημέρωσης εκ των έσω”.
Επισημαίνει συγκεκριμένα ο ΔΟΛ, ότι “δεν λέει την αλήθεια ο πρωθυπουργός όταν δηλώνει ότι δεν ζήτησε ποτέ τίποτε κανένα ή ότι δεν σήκωσε το τηλέφωνο, προκειμένου να εκδηλώσει τη δυσαρέσκειά του ή να απαιτήσει άλλη μεταχείριση από τον τύπο και τα μέσα ενημέρωσης. Παρότι κατά καιρούς απαξίωνε δημόσια εφημερίδες και τηλεοπτικούς σταθμούς παρασκηνιακώς, αυτός και το κόμμα του, διεκδικούσαν καλύτερη μεταχείριση και απαιτούσαν είτε αποκλεισμούς “ανεπιθύμητων” προσώπων είτε προωθήσεις φίλα προσκείμενων δημοσιογράφων και στελεχών. Άπειρα είναι τα “αιτήματα” που κατά καιρούς οι κυβερνώντες προέβαλαν. Καημός τους ήταν να ελέγξουν την ενημέρωση, να δημιουργήσουν βάσεις προπαγάνδας παντού και να επιτύχουν την άλωση των μέσων ενημέρωσης εκ των έσω”.
Προσθέτει, δε, πως όταν οι κυβερνώντες “αντιμετώπισαν άρνηση στις παράλογες απαιτήσεις τους – δεν ήταν δυνατό να γίνουν αποδεκτές οι απαιτήσεις τους από επαγγελματίες και οργανισμούς που υποτυπωδώς σέβονταν τον εαυτό τους- ξεκίνησαν πολεμική και πολιτική καθυπόταξης. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι παραδόθηκαν στους ενοίκους του Μεγάρου Μαξίμου. Φαίνονται άλλωστε. Δυστυχώς ο κ. Τσίπρας ψεύδεται για ακόμη μια φορά, όπως το έχει πράξει με τόσα άλλα ζητήματα της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Γι' αυτό άλλωστε εισπράττει οργή και αμφισβήτηση. Ο καιρός θα φανερώσει την απόλυτη διεκδίκησή του από τα μέσα ενημέρωσης. Οψόμεθα”.