«Όλα αυτά που έγραψα εκείνη τη στιγμή δεν ήταν γνώση που είχα. Ήταν πράγματα που ακαριαία τα ένιωσα. Γιατί πριν σου συμβεί κάτι τέτοιο, δεν νομίζω ότι έχεις ιδιαίτερη επαφή με το γεγονός. Οπότε, το γεγονός αυτό έρχεται και σου δίνει νέα συναισθήματα, τα οποία όμως συγχρόνως αποτελούν και γνώση. Αισθάνομαι ότι τελικά η γνώση είναι το μέσα μας, το συναίσθημα, αυτό είναι κυρίαρχα η γνώση. Οπότε, όλα αυτά τα έμαθα όταν τα αισθάνθηκα» λέει μιλώντας για το βιβλίο του, Μπαμπά… (μια κανονική ημέρα), ο Αντώνης Κανάκης.
ΑΝΤΩΝΗ ΔΟΥΜΑ – ΚΑΝΑΚΗ, Μπαμπά… (μια κανονική ημέρα)
Κατάθεση Ψυχής
Υπάρχουν αφηγήματα που σε καθηλώνουν. Ξεφεύγουν από κατηγορίες, διεκδικούν πιο άμεσα και ρητά ένα κομμάτι προσωπικής αλήθειας. Τραυματικής και επώδυνης. Αλήθειας αμετάκλητης. Υπάρχουν βιώματα που κόβουν τον καιρό σου στα δυο. Που επείγονται να γίνουν μια ιστορία, για να εξασφαλίσουν τη συνέχεια, που αρνήθηκε η ζωή. Έτσι διαβάσαμε την κατάθεση ψυχής του Αντώνη Κανάκη, Μπαμπά….(μια κανονική ημέρα). Με σεβασμό, ευαισθησία, χωρίς φωνές, σχεδόν όσο βουβά αλλά με σπαραγμό την έγραψε ο ίδιος. Για την απώλεια του μπαμπά του.
Πόσες μέρες μετά κατάλαβες, ένιωσες ότι θα τα βάλεις στο χαρτί;
– «Δεν έγινε μετά. Έγινε ακαριαία» μας λέει ο Αντώνης Κανάκης. «Δηλαδή, όταν επέστρεψα στο σπίτι, όταν ολοκληρώθηκαν όλα όσα έπρεπε να ολοκληρωθούν, ξεκίνησα κατευθείαν να γράφω και δεν ξεκίνησα να γράφω με σκοπό για να δημοσιεύσω κάτι ή να εκδώσω κάτι, αλλά γιατί πολύ έντονα αυτή την ανάγκη και έγραφα ασταμάτητα για τις επόμενες πέντε ημέρες»
Άντεχε να επιστρέψει στο κείμενο;
«Όταν τελείωσα το άφησα το κείμενο για ένα χρονικό διάστημα. Μετά το ξαναδιάβασα και τότε ένιωσα την ανάγκη να το δημοσιεύσω, που ακόμη δεν έχω εξηγήσει τον λόγο μέσα μου. Διορθώσεις δεν έκανα, έγιναν μόνον ορθογραφικές διορθώσεις»
Έγινε η εξιστόρηση… παραμυθία; Ένιωσες μετά διαφορετικά;
«Ναι, μπορώ να πω ότι λειτούργησε κάπως 'θεραπευτικά'. Και συνεχίζει να είναι έτσι. Αν και δεν θεραπεύεται. Είναι μια παράξενη… (συγγνώμη για την αμηχανία… μου είναι δύσκολο να μιλάω γι' αυτό, δεν βρίσκω εύκολα τις λέξεις). Υπάρχει μια θεραπευτική συνέπεια, θα έλεγα, κατά κάποιο τρόπο».
Είχες την αίσθηση ότι γράφοντας αυτή την ιστορία, πράγματι -όπως λες σε κάποιο σημείο- η ιστορία του μπαμπά σου δεν τελειώνει αλλά συνεχίζεται;
«Νομίζω ότι η ιστορία δεν θα τελείωνε έτσι κι αλλιώς, είτε το έγραφα αυτό είτε όχι. Για μένα τουλάχιστον δεν θα τελείωνε και θα συνεχιζόταν. Δεν μπορεί να τελειώσει αυτή η ιστορία. Αυτοί οι δεσμοί δεν νομίζω ότι τελειώνουν. Νομίζω ότι αυτό το μικρό βιβλίο ίσως πρόσθεσε κάτι μικρό σε αυτή τη διατήρηση».
Διαβάζω σε ένα σημείο ότι όταν χάνει κάποιος τον πατέρα του, το γεγονός είναι παραλυτικό αλλά είναι αυτό που σε πάει και μπροστά…
«Δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό ακριβώς. Όλα αυτά που έγραψα εκείνη τη στιγμή δεν ήταν γνώση που είχα. Ήταν πράγματα που ακαριαία τα ένιωσα. Γιατί πριν σου συμβεί κάτι τέτοιο, δεν νομίζω ότι έχεις ιδιαίτερη επαφή με το γεγονός. Θεωρώ ότι δεν καταλαβαίνεις καν τι σημαίνει κάτι τέτοιο. Στη ζωή μου, για να είμαι ειλικρινής, όποτε κάποιος φίλος μου έλεγε ότι έχασε τον πατέρα του, εντάξει, είχα κάποια στενοχώρια, αλλά δεν καταλάβαινα το μέγεθος. Οπότε, το γεγονός αυτό έρχεται και σου δίνει νέα συναισθήματα, τα οποία όμως συγχρόνως αποτελούν και γνώση. Αισθάνομαι ότι τελικά η γνώση είναι το μέσα μας, το συναίσθημα, αυτό είναι κυρίαρχα η γνώση. Οπότε, όλα αυτά τα έμαθα όταν τα αισθάνθηκα. Και δεν ξέρω αν είναι σωστά, λάθος, δεν ξέρω τίποτα από όλα αυτά. Αλλά συγχρόνως, αυτό που με παραλύει και με πάει και μπροστά την ίδια στιγμή, είναι κάτι που αισθάνθηκα, δεν είναι κάτι που σκέφτηκα».
Λες στην αρχή και επιμένεις, ότι δεν είναι ένα λογοτεχνικό κείμενο, αλλά μια αλήθεια, η αλήθεια όμως ενός συγκεκριμένου ανθρώπου, έτσι δεν είναι;
«Είναι, αναμφισβήτητα»
Διαβάζεις λογοτεχνία;
«Διαβάζω αρκετά πράγματα»
«….Μια ζωή, η ιστορία ενός ανθρώπου, η ιστορία του Μπαμπά μου τελείωσε. Έτσι απλά… Τελείωσε… πώς γίνεται αυτό; Πώς γίνεται μια κανονική ημέρα, να τελειώνει μια ολόκληρη ζωή…»
Εριφύλη Μαρωνίτη