Η αρχόντισσα Θωμαή Δελόγγη αυτοκτονεί. Ξεφεύγει από την αγκαλιά του γιου της και ρίχνεται στο κενό. Τα μέλη της οικογένειας Δελόγγη ζουν τις τραγικότερες στιγμές τους. Ο Λουκάς, πνιγμένος στην οδύνη, εξαφανίζεται από το σπίτι και καταφεύγει σ’ ένα άλσος για να επιτρέψει στην ψυχή του να κλάψει. Μαζί με την οικογένεια, ένας ακόμη άνθρωπος, ο καθολικός ιερέας Γκρεγκουάρ, οικογενειακός φίλος και πνευματικός σύμβουλος της Θωμαής Δελόγγη, θρηνεί με το δικό του τρόπο. Το νησί είναι αναστατωμένο. Από τη μια ο θάνατος της Δελόγγη και από την άλλη, η τελετή του μνημείου. Η Γλαύκη Αρχοντίδη, μην ξέροντας τίποτα για το τραγικό γεγονός, φτάνει στο σπίτι των Δελόγγη τη λάθος στιγμή. Η απουσία του Λουκά από το σπίτι προκαλεί έντονες αντιδράσεις Κανένας δεν ξέρει που βρίσκεται. Ο ίδιος, χαμένος στις σκέψεις του και στο πόνο του, αρχικά αποφασίζει να επισκεφθεί το πατρικό σπίτι της μητέρας του στις Σπαθιές. Εκεί, στο δωμάτιο της μητέρας του, ανακαλύπτει μια κασετίνα με γράμματά της, που δεν έστειλε ποτέ και είχαν ως παραλήπτη εκείνον. Η αποκάλυψη αυτή εντείνει τον πόνο του και τώρα αποζητά ως καταφύγιο το Μοναστήρι του νησιού. Στο μεταξύ, η Γλαύκη γνωρίζεται με τις εγγονές του Δημάρχου, τις Πόλυ και Μόλυ, που παραθερίζουν στο νησί…