Η Αγγελική Νικολούλη μιλώντας με τον γιο της γυναίκας που απανθρακώθηκε αναφέρθηκε και στα κοσμήματα της.
Αναρωτήθηκε αν έλειπαν από το σπίτι, μήπως κάποιος τα πήρε. Ο γιος της απάντησε ότι τα είχε πουλήσει καιρό πριν το τραγικό συμβάν.
« Τα κοσμήματα τα είχε πουλήσει..»
«Είχαμε κόντρα για τα τσιγάρα που κάπνιζε συνεχώς. Είχε πουλήσει τα κοσμήματά της και έβαζε τους γείτονες να της αγοράζουν τα πακέτα».
Σε ερώτηση για τη σχέση τους και τους καβγάδες που οι γείτονες αναφέρουν ότι άκουγαν συχνά να συμβαίνουν στην πολυκατοικία ο γιός της γυναίκας δήλωσε πως είχανε κόντρες όπως όλες οι μαμάδες με τα παιδιά τους.
Η Αγγελική Νικολούλη επέστρεψε σε εκείνη τη στιγμή που ο γιος μπήκε στο σπίτι και αντιλήφθηκε τι έχει συμβεί.
«Έβλεπα τη φλόγα απ’ έξω, όταν τελείωσαν οι πυροσβέστες μπόρεσα να μπω μέσα και να δω τι έγινε. Φώναζα γιατί ήλπιζα ότι θα έχει πάει στα πίσω δωμάτια προς το δικό μου χώρο που δεν έπαθε τίποτα. Η γατούλα της ήταν κουλουριασμένη κάτω από τον καναπέ. Πέθανε από ασφυξία. Από τον καπνό έγινε αυτό με την μανούλα μου… ή έπαθε κάτι παθολογικό».
Ο ίδιος ανέφερε ότι είχαν συζητήσει να μπει σε κάποιον οίκο ευγηρίας αλλά εκείνη είχε αρνηθεί. Μίλησε για τις δύο στάσεις που έκανε πριν, στο σουπερμάρκετ και στο σημείο που θα παραλάμβανε την οικιακή βοηθό και στάθηκαν μοιραίες στο να προλάβει “το κακό”.
«Εκείνη τη μέρα ήμουν πολύ στεναχωρημένος. Αν είχα πάει λίγο νωρίτερα όλα θα ήταν αλλιώς».
Τι είπαν στον γιο της θανούσης οι πυροσβέστες
Ο γιος, βασιζόμενος και στα λόγια των πυροσβεστών που βρέθηκαν στο σημείο, φαίνεται να είναι βέβαιος πως η φωτιά ξεκίνησε από την κάφτρα τσιγάρου.
«Οι άντρες του ανακριτικού με διαβεβαίωσαν ότι το κακό είχε γίνει πολλές ώρες πριν, ίσως πάνω από οκτώ. Ένα σημαντικό στοιχείο, είναι ότι ο καναπές που καθόταν η μητέρα μου, το τραπεζάκι και το πάτωμα σε ακτίνα τριών μέτρων είχαν εξαφανιστεί εντελώς. Είχαν γίνει άσπρη στάχτη από αργή καύση. Υπήρχε μόνο το σώμα της. Από τη στιγμή που άνοιξα εγώ την εξώπορτα, έκανε ρεύμα και έσπασαν τα παράθυρα του δωματίου. Η φωτιά έκαψε για πέντε με δέκα λεπτά γι’ αυτό η ζημιά ήταν πολύ μικρή».
«Ήταν κλειδωμένη, αλλά το κλειδί το είχε»
Η μητέρα μου είχε το κλειδί κρυμμένο σε μια εταζέρα που υπήρχε στο χολ. Το βρήκα όταν καθάρισα μετά και έβαψα το σπίτι. Ήταν κλειδωμένη η πόρτα πάντα αλλά το κλειδί ήταν στο ντουλαπάκι. Επειδή ο αφαλός της πόρτας είναι 70 ετών και δεν αλλάζει, έχουμε μόνο τα παλιά κλειδιά και αν δεν ξέρεις, ανοίγει με δυσκολία».
Αναφορικά με τη συχνότητα της επικοινωνίας μεταξύ τους ο άνδρας λέει ότι κατ΄εξαίρεση εκείνη την ημέρα δεν είχαν μιλήσει το πρωί παρά το γεγονός ότι σε καθημερινή βάση μιλούσαν ανά τακτά διαστήματα στο τηλέφωνο.
«Ήταν δύο φωτιές, η μία ήταν σύντομη δεκάλεπτη που έσβησε και έκανε το μαύρισμα μόνο στην είσοδο από φλόγα και η άλλη ήταν πολύωρη με μονοξείδιο του άνθρακα. Η καύση από τσιγάρο ήταν χωρίς φωτιά επί πολλές ώρες, όλο το βράδυ, μου λένε οι πυροσβέστες από την αιθάλη που έχουν οι τοίχοι πρέπει να είναι πάνω από οκτώ ώρες η φωτιά που σιγόκαιγε μόνο σε εκείνο το σημείο, στον καναπέ και στο παρκέ», καταλήγει.