Αίμα, ομερτά και μια εκκωφαντική σιωπή έχουν «σκεπάσει» τα Βορίζια Ηρακλείου, το μικρό χωριό που βρίσκεται στους πρόποδες του Ψηλορείτη.
Εκεί πλέον ο πόνος βαραίνει, όχι μόνο τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά και τα σπίτια και τους δρόμους μετά το μακελειό με τους δύο νεκρούς.
Οι μνήμες ξυπνούν μια άλλη μεγάλη παλιά βεντέτα στο ίδιο μικρό χωριό. Είναι 27 Αυγούστου του 1955 του Αγίου Φανουρίου. Η λύρα ηχεί, η χαρά είναι διάχυτη, κόσμος συρρέει για το πανηγύρι.
Ξαφνικά το γλέντι μετατρέπεται σε τραγωδία και τα τραγούδια δίνουν τη θέση τους στα μοιρολόγια. Μέσα σε 2 ώρες χάνουν τη ζωή τους 6 άνθρωποι και τραυματίζονται 14.
Τότε ένας 31χρονος άνδρας πλησιάζει κρυφά και από πίσω ένα 38χρονο δασοφύλακα και με ένα μεγάλο μαχαίρι του καταφέρνει πολλές μαχαιριές. Τον αφήσει νεκρό έξω από το καφενείο.
Η αφορμή ασήμαντη. Παραμένει άγνωστη μέχρι και σήμερα.
Και κάπως έτσι ξεκινάει η βεντέτα και ανοίγει ο κύκλος αίματος. Λίγο αργότερα συγγενικό πρόσωπο του δράστη πέφτει νεκρό έξω από το σπίτι του από τρεις άντρες. Ακολουθεί μια ακόμα δολοφονία σε δρόμο του χωριού από σφαίρες πυροβόλου όπλου.
Αποκορύφωμα, ένας 29χρονος συγγενής νεκρού, αρπάζει μία χειροβομβίδα, ανεβαίνει σε μια ταράτσα και πετάει μια χειροβομβίδα μέσα στο πλήθος. Έτσι σκοτώνονται άλλοι 3 και τραυματίζονται 14, αρκετοί εκ των οποίων διαμελίστηκαν και έμειναν ανάπηροι για την υπόλοιπη ζωή τους.
Κι αυτή είναι μια από τις οκτώ μεγαλύτερες και πιο αιματηρές βεντέτες της Κρήτης.
Γιατί ακόμα και αν έρθει ο σασμός οι νεκροί δεν ανασταίνονται. Δυστυχώς, η αιματηρή επίλυση διαφορών είναι συχνό φαινόμενο στα ορεινά χωριά της Κρήτης.
Και το ερώτημα είναι γιατί να γεννώνται ακόμα βεντέτες το 2025;